Σε προηγούμενη ανάρτηση αναφέραμε παράγοντες που πιθανόν να βοήθησαν στη χαμηλή διάδοση του ιού SARS-CoV-2 στη χώρα μας.

Στους παράγοντες περιλαμβάνονται τα έγκαιρα μέτρα και η πειθαρχία μας σε αυτά, η πιθανή διαφορετική μετάλλαξη του ιού, η γενετική βάση του πληθυσμού, ή μη αποδεδειγμένη προστασία του πληθυσμού από το εμβόλιο BCG κατά της φυματίωσης.

Πριν από κάποιες εβδομάδες ο καθηγητής του LSE Ηλίας Μόσιαλος αναφέρθηκε σε έναν άλλον παράγοντα που μπορεί να βοήθησε στη χαμηλή διάδοση του ιού στην Ελλάδα. Η ανοσοπροστασία εξαιτίας προηγούμενων μολύνσεων από άλλους εποχιακούς κορωνοϊούς, όπως οι μη ειδικές διεγέρσεις Τ-κυττάρων από έκθεση σε άλλους κορωνοϊούς, φαίνεται ότι θα μπορούσε να μας προφύλαξει από τις σοβαρές επιπλοκές του SARS-CoV-2. Τι κάνουν τα Τ-κύτταρα όμως;

Πολύ συνοπτικά, τα Τ-κύτταρα είναι ένα σημαντικό μέρος του ανοσοποιητικού μας συστήματος και έχουν πολλές διαφορετικές λειτουργίες. Απαιτούνται για να βοηθήσουν στη λήψη αντισωμάτων. Καταπολεμούν τις ιογενείς λοιμώξεις. Θυμούνται παρελθόντες λοιμώξεις και μπορούν να βοηθήσουν στην καταπολέμησή τους, εάν το άτομο το πάθει ξανά. Αυτά τα κύτταρα μπορούν να διαρκέσουν πολλά χρόνια, ανάλογα με τη μόλυνση και να μας δώσουν προστασία.

Tον Μάιο ερευνητές έδειξαν ότι σε ασθενείς με ήπιες μορφές Covid 19 βρέθηκαν T- κύτταρα που επιτείθονταν στον ιό. Πριν λίγες ημέρες δημοσιεύτηκε επίσης μια έρευνα στο επιστημονικό περιοδικό Science Immunology που έδειξε ότι οι άνθρωποι που νοσούν σοβαρά ώστε να χρειάζονται εντατική θεραπεία στο νοσοκομείο επίσης παράγουν Τ-κύτταρα. Και στις δυο έρευνες οι ερευνητές βρήκαν ότι ένα ποσοστό ανθρώπων που δεν είχαν εκτεθεί στον καινούργιο ιό, είχαν κάποια από αυτά τα Τ-κύτταρα που αντιδρούσαν στον κορωνοϊό, ίσως εξαιτίας προηγούμενης έκθεσης τους σε άλλους κορωνοϊούς που προκαλούν τα συμπτώματα του κοινού κρυολογήματος.

Αποτελέσματα pre print γερμανικής έρευνας έδειξαν επίσης πως μη μολυσμένα από τον κορωνοϊό άτομα, είχαν κατά 81% απόκριση Τ-λεμφοκυττάρων στον SARS-CoV- 2 και ότι για αυτή την ανοσοαπόκριση ευθύνεται η προηγούμενή τους έκθεση σε κορωνοϊούς κοινού κρυολογήματος.

Άν και η προυπάρχουσα ανοσοπροστασία δεν αποκλείει τη μόλυνση από τον καινούργιο κορωνοϊό, είναι πολύ πιθανό να μας προστάτευσε εν μέρει στο πρώτο κύμα. Η προστατευτική αυτή ανοσία κορωνοϊών που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα κυμαίνεται από τρεις έως έξι μήνες. Ίσως αυτό να έχει τη σημασία του και σε ένα δεύτερο κύμα που σύμφωνα με την καθηγήτρια Εντατικής Θεραπείας Αναστασία Κοτανίδου θα χτυπήσει «Νοέμβριο προς Δεκέμβριο γιατί τότε θα κλειστούμε μέσα σε κλειστούς χώρους»